Όταν το 1952 ο Ελληνικός Συναγερμός κατέκτησε την εξουσία με αρχηγό και Πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Παπάγο, ήταν πανθομολογούμενο πως το σημαντικότερο στέλεχος και ο πιθανότερος διάδοχος του στην αρχηγεία ήταν ο Σπύρος Μαρκεζίνης. Ο Μαρκεζίνης υπήρξε ο αρχιτέκτων της καθόδου του Παπάγου στην πολιτική σκηνή και ο συνδετικός κρίκος με το Παλάτι και τον Βασιλιά Παύλο. Ήταν αυτός που είχε σηκώσει μεγάλο βάρος στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 1951 και του 1952.
Οι ικανότητες του Μαρκεζίνη ήταν αδιαμφισβήτητες. Ως υπουργός Συντονισμού με μεγάλες Κυβερνητικές αρμοδιότητες, προέβη στην επαναστατική κίνηση της επιθετικής υποτίμησης της δραχμής έναντι του δολαρίου, πετυχαίνοντας έτσι σταδιακά σημαντική ανάκαμψη σε όλους τους οικονομικούς δείκτες της Χώρας. Ο Μαρκεζίνης ουσιαστικά ήταν ο εγκέφαλος του “Ελληνικού Συναγερμού” με ευρύτερες αρμοδιότητες συντονισμού όλων των υπουργείων της εποχής.
Ουσιαστικά ο Μαρκεζίνης βρισκόταν σε ανοιχτή επαφή με τον Βρετανικό παράγοντα με τον οποίο διατηρούσε άριστες σχέσεις. Ο Μαρκεζίνης θαύμαζε την Βρετανία και την διπλωματία της, ενώ είχε ανοιχτή γραμμή με τον πρέσβη της Αγγλίας στην Ελλάδα Πηκ. Ο Παπάγος είχε αποφασίσει να ανακινήσει το “Κυπριακό” ζήτημα αξιώνοντας την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Στις 28 Αυγούστου 1953 ο Παπάγος είχε συναντήσει τον Άγγλο Πρωθυπουργό Ήντεν στην Αθήνα, για να του θέσει το ζήτημα της Κύπρου, αλλά η συζήτηση εκτραχύνθηκε από τις πρώτες στιγμές, με τον Ήντεν να προσβάλλει χυδαία τον Έλληνα Πρωθυπουργό αρνούμενος να συζητήσει το παραμικρό. H συνάντηση τελείωσε με τον Παπάγο να αποχωρεί χωρίς να χαιρετίσει, σε ένα πρωτοφανές διπλωματικό επεισόδιο την εποχή εκείνη.
Η επόμενη κίνηση του Παπάγου ήταν να ενημερώσει την Βρετανική Κυβέρνηση για τις Ελληνικές θέσεις για την Κύπρο και στις 16 Ιουνίου 1953, έδωσε οδηγίες στον αντιπρόσωπο στον ΟΗΕ Χρήστο Ξανθόπουλο-Παλαμά να προβεί σε προσφυγή για το Κυπριακό. Ταυτόχρονα ο Παπάγος μυστικά έδινε την έγκριση του στον Κυπριακής καταγωγής Γεώργιο Γρίβα για να ξεκινήσει τις εργασίες για την οργάνωση αντιστασιακού κινήματος στην Κύπρο, που θα γινόταν γνωστό μετέπειτα με την ονομασία Ε.Ο.Κ.Α.
Ο Μαρκεζίνης θεωρούσε την ακολουθούμενη πολιτική καταστροφική. Πίστευε πως η Ελλάδα δεν έπρεπε να στραφεί κατά της Αγγλίας, καθώς μια τέτοια αντιπαράθεση θα έβλαπτε τόσο την ίδια όσο και το Κυπριακό ζήτημα εν γένει. Ο Μαρκεζίνης προσπάθησε επίμονα να αλλάξει γνώμη στον Παπάγο ζητώντας μάλιστα να του ανατεθεί το υπουργείο εξωτερικών που ως τότε είχε ο Στέφανος Στεφανόπουλος. Ο Παπάγος αρνήθηκε την μεταπήδηση αυτή γνωρίζοντας τις θέσεις του Μαρκεζίνη και όντας αποφασισμένος να προχωρήσει υπέρ της Ένωσης χειριζόμενος προσωπικά την υπόθεση. Το αδιέξοδο αυτό οδήγησε τον Μαρκεζίνη στην παραίτηση από το υπουργείο Συντονισμού τον Απρίλιο του 1954 και στην τελική αποχώρηση του από τον Συναγερμό λίγο αργότερα , για να ιδρύσει νέο κόμμα.
Οι Βρετανοί παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον τις ενδοκυβερνητικές διενέξεις ελπίζοντας στην επικράτηση των απόψεων του Μαρκεζίνη. Ταυτόχρονα ο Άγγλος πρεσβης Πηκ προειδοποιούσε τον Μαρκεζίνη: “Αν τα δημοψηφίσματα, οι διαδηλώσεις και οι παντός είδους εκδηλώσεις του Μακαρίου η οποιουδήποτε άλλου εξελιχθούν σε πολεμικές αναταραχές, οι Άγγλοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση. Ο μόνος αντιπερισπασμός θα ήταν η ανακίνηση του Μακεδονικού. Επειδή όμως τόσο μοχθήσαμε για να αποσπάσουμε τον Τίτο από τον Στάλιν, μας ενδιαφέρει να τον συνδέσουμε με την Ελλάδα ως σύμμαχο και φίλο. Έτσι δεν μένει παρά να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον των Τούρκων, οι οποίοι από τον περασμένο αιώνα έχουν παραιτηθεί από κάθε διεκδίκηση επί της Κύπρου….”
Οι Έλληνες δεν έλαβαν υπ΄όψιν τους τις σαφείς αυτές προειδοποιήσεις για τις Αγγλικές διαθέσεις και έλαβαν μέρος λίγα χρόνια μετά σε τριμερή συνδιάσκεψη στο Λονδίνο στις 29 Αυγούστου 1955 με συμμετοχή της Τουρκίας ως ενδιαφερόμενο μέλος. Η συνάντηση αυτή ήταν σκηνοθετημένη παγίδα των Άγγλων, απομακρύνοντας την πιθανότητα για άμεση ΕΝΩΣΗ με την Ελλάδα……